Η πόλη και τα σκυλιά (μία ανάγνωση και προσπάθεια προσέγγισης)

Δεκαετία του 50. Περού. Στρατιωτική Σχολή – Οικοτροφείο Αρρένων. Μία τελευταία ελπίδα για τους απόκληρους εκείνης της εποχής. Ελπίδα άλλοτε για τους ίδιους, άλλοτε και για την οικογένειά τους.

Όμως μιλάμε για έφηβους. Έτσι εδώ το χάος του εφηβικού μυαλού και ανατροπή συναντιούνται με την στρατιωτική αντίληψη και πειθαρχία. Κοινός τους τόπος η έντονη πατριαρχική λογική. Η επιβολή και η ιεραρχία οι βασικές αξίες τους. Αν και τους έφηβους τους σώζει ο ρομαντισμός τους ενώ οι στρατιωτικοί χάνονται μέσα στους δαιδαλους της ιεραρχικής αναρρίχησης. Συνέχεια

Γεώργιος Βιζυηνός – Διηγήματα Α’

με αφορμή το βιβλίο «Γεώργιος Βιζυηνός – Διηγήματα Α’ » εκδόσεις Νεφέλη

   Η επαφή μου με την παλιά ελληνική λογοτεχνία ήταν πάντα σαν ένα ταξίδι σε ξεχασμένα λιμάνια και τόπους. Ένα ταξίδι που ξεκινά από μικρή ηλικία και το οποίο το οφείλω στην μάνα μου. Σε παιδική ηλικία, πέρα από τα πιο σύγχρονα για τότε παιδικά βιβλία , ήρθα και σε επαφή με τον «Μάγκα» και τον «Τρελαντώνη» της Πηνελόπης Δέλτα. Τα συγκεκριμένα αποτελούν και την πρώτη σοβαρή προσπάθεια για ελληνική παιδική λογοτεχνία. Σίγουρα μία πολύ διαφορετική εποχή με αρκετά διαφορετική , αλλά όχι και τόσο, γλώσσα, και νοοτροπίες. Πολύ πιο μετά ταξίδεψα στην «Αιολική γη» , συγκινήθηκα με το «Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα» και σε πιο εφηβική ηλικία ακολούθησα τους δαιδάλους της «Φόνισσας» και την διαδρομή της «Πάπισσας Ιωάννας». Όμως η διαδρομή δεν αφορούσε αποκλειστικά την ανάγνωση. Υπήρχε και το θέατρο όπου το κουβάρι της ελληνικής «Βαβυλωνίας» ξετυλιγόταν μπροστά μου, παρουσιάζοντάς μου ένα οικείο μέσα στον παραλογισμό του, κόσμο. Τις ετερόκλητες νοοτροπίες που προσπαθούσαν να αποκτήσουν κοινό τόπο ανάγνωσης και δράσης (sic).

  Παρότι πολλοί και πολλές μπορεί να τους ακούγονται πολύ βαριά όλα αυτά θα πω ότι ποτέ δεν έγιναν με επιβολή αλλά ως προτάσεις. Ένα ταξίδι δεν μπορεί να επιβληθεί, αν και «επιβάλλεται» να μάθεις να δοκιμάζεις και να ταξιδεύεις.

  Παρότι δεν ήμουν και ο καλύτερος μαθητής στην γλώσσα και στα φιλολογικά, μάλλον κάκιστος θα έλεγα, δεν με προβλημάτισε ποτέ η παλιά γραφή. Είτε μου δώσετε ένα πολυτονικό κείμενο είτε ένα μονοτονικό, μου είναι αδιάφορο. Αγνοώ τα «μπαρμπαδάκια» τριγύρω από τις λέξεις και εστιάζω στην γραφή του συγγραφέα. Ένα καλό κείμενο είναι ένα καλό κείμενο ανεξαρτήτως τονισμού. Μπορεί κανείς να συναντήσει μονοτονικό κείμενο πολύ βαριά στολισμένο και οπισθοδρομικό, κι από την άλλη ένα πολυτονικό μοντέρνο και πειραματικό.

Συνέχεια

καλό ταξίδι ζοζέ

Σήμερα έφυγε ένας μεγάλος παραμυθάς. Ένας παραμυθάς που μπορεί να είχε τελειώσει μοναχά το δημοτικό αλλά οι ιστορίες του έθετε ριζοσπαστικά ερωτήματα τόσο σε υπαρξιακό επίπεδο όσο και σε γενικό κοινονικοφιλοσοφικό . Τελευταία είχε μεταφερθεί ατυχώς  στην μεγάλη οθόνη ένα από τα αριστουργήματά του , το «Περί Τυφλότητος». Περίεργη γραφή που στην αρχή σε ξενίζει αλλά μετά εφόσον την συνηθίσεις σε παρασέρνει. Οι διάλογοι διαχωρίζονται με κόμματα ενώ η τελεία είναι κάτι σπάνιο. Στην αρχή σου την σπάει αλλά ο παραμυθάς σου λέει να τον προσέχεις γιατί η γραφή υπάρχει για να ρέει.

Γενικά αν ήθελα να περιγράψω τον Ζοζέ Σαραμάγκου θα τον περιέγραφα σαν έναν αγγλοσάξωνα που ξέμεινε στον νότο. Χωρίς τις περιγραφικούρες των λατίνων (όσο και να μου αρέσει ο Μάρκες  κάπου με κουράζει) η ορθολογικότητά του δεν μοιάζει να έχει βγει μέσα από ένα μουχλιασμένο πρωινό αλλά από ένα μεσογειακό απόγευμα , ντάλα καλοκαίρι – ναι το ξέρω ότι η Πορτογαλία κοιτάει Ατλαντικό αλλά η μεταφορά δεν θα ήταν σωστή.  Δεν δίσταζε να προκαλεί αλλά πάντα δημιουργικά.

Παρότι αρκετά μεγάλος η σκέψη του έμοιαζε φρέσκια πολύ πιο φρέσκια από πολλούς νέους με μουχλιασμένα μυαλά.

Καλό ταξίδι δάσκαλε. Κι άμα σου ξεφύγει καμία ιστορία άσ’ την να κάνει διάβα απ’ εδώ.

– τα βιβλία του ζοζέ σαραμάγκου κυκλοφορούν στην ελλάδα από τις εκδόσεις καστανιώτη. είναι μία ευκαιρία έστω και με αυτό το γεγονός να γνωρίσετε αυτόν τον τόσο ιδιαίτερο συγγραφέα.